Οι ερευνητές επισημαίνουν πως ο ορισμός «της σύνθετης ζωής» δε συνεπάγεται νοήμονα όντα, αν και δεν το αποκλείουν, αλλά αντίθετα τη ζωής πέρα από το μικροβιακό επίπεδο.
Στο πλαίσιο αυτό παρήγαγαν την πρώτη ποσοτική εκτίμηση για τον αριθμό των κόσμων στο Γαλαξία στους οποίους θα μπορούσε να αναπτυχθεί η «σύνθετη ζωή», με τη βοήθεια μιας νέας υπολογιστικής μεθόδου που ανέπτυξαν, η οποία επεξεργάζεται δεδομένα από την παρατήρηση των 1000 περίπου εξωπλανητών που είναι γνωστοί μέχρι σήμερα.
Μέσω μίας μαθηματικής σχέσης στην οποία εισάγουν ως είσοδο στοιχεία από το φυσικό περιβάλλον των εξωπλανητών (πυκνότητα, θερμοκρασία, χημεία, απόσταση από το άστρο κτλ), οι αστρονόμοι εξήγαγαν ένα συντελεστή που ονομάζουν Δείκτη Βιολογικής Περιπλοκότητας (Biological Complexity Index -BCI).
Ο υπολογισμός αυτός έδειξε πως 1-2% των εξωπλανητών είχε ένα BCI μεγαλύτερο συγκριτικά με αυτό της Ευρώπης, του δορυφόρου του Δία που πιστεύεται πως συντηρεί έναν υπόγειο ωκεανό στον οποίο θα μπορούσε να αναπτυχθεί ζωή.
Με περίπου 10 δισεκατομμύρια άστρα στο Γαλαξία που περιβάλλονται από πλανήτες, αυτή η μέθοδος οδηγεί στην εκτίμηση των 100 εκατομμύρια κόσμων κατά ελάχιστη τιμή, που θα μπορούσαν δυνητικά να αναπτύξουν σύνθετη ζωή.
Αν και ο αριθμός αυτός είναι σε απόλυτη τιμή μεγάλος, ο Γαλαξίας παραμένει ένα αχανές σύνολο από άστρα, με τις αποστάσεις μεταξύ των συστημάτων με μεγάλα BCI να είναι δυσθεώρητες.
Για παράδειγμα, ένα από τα πιο κοντινά συστήματα στο Ηλιακό Σύστημα που είναι από τα πιο υποσχόμενα όσον αφορά στο ενδεχόμενο ανάπτυξης ζωής, το Gliese 581 με δύο πλανήτες που κατά τα φαινόμενα μπορούν να συντηρήσουν βιόσφαιρες, απέχει από τη Γη 20 έτη φωτός (περίπου 200 τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα), τα οποία με τη σημερινή μας τεχνολογία θα χρειαζόμασταν εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια για να διανύσουμε.
«Φαίνεται αρκετά απίθανο να είμαστε μόνοι μας», αναφέρουν οι ερευνητές. «Είμαστε όμως τόσο μακριά από οποιαδήποτε ζωή με τη δική μας πολυπλοκότητα, όπου μία συνάντηση με ξένες μορφές ζωής είναι σχετικά απίθανη στο προβλέψιμο μέλλον», καταλήγουν.
Η μελέτη δημοσιεύεται στο περιοδικό Challenges.
naftemporiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου